Loading...
ΚΡΑΤΟΣ, ΠΟΛΙΤΗΣ, ΔΙΚΑΙΟ

Αναγκαία η λαϊκή νομιμοποίηση κάθε πολιτειακού αξιωματούχου σε μια πραγματική δημοκρατία

Η κρατική εξουσία είναι «εξ ορισμού» συνυφασμένη με την ικανότητα αποτελεσματικής και μάλιστα καταναγκαστικής επιβολής. Ωστόσο, και ο πιο δυνατός δεν είναι ποτέ αρκετά δυνατός για να παραμείνει κύριος, «αν δεν μετατρέψει τη δύναμή του σε δίκαιο και την υπακοή σε καθήκον» και αν δεν κερδίσει με το έργο και την επικοινωνία του με την κοινωνία την καταξίωση του ίδιου και του θεσμού που υπηρετεί.

Είναι, λοιπόν, αναγκαίο η κρατική εξουσία να ασκείται μέσα από κανόνες δικαίου, που σκιαγραφούν την αποδεκτή για τη συγκεκριμένη κοινωνία έννομη τάξη, η οποία θα πρέπει να έχει διαμορφωθεί με την ενεργή συμμετοχή των πολιτών. Έτσι το δίκαιο χρησιμεύει ως μέσο πολιτικής, ενώ ταυτόχρονα και παράλληλα η πολιτική νομιμοποιείται.

Οι σχέσεις του κράτους με τον πολίτη πρέπει απαραίτητα να θεμελιώνονται πάνω στην αρχή της ισότητας, κατά τη Συνταγματική επιταγή, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό. Εισηγούμαι πως η σχέση αυτή πρέπει να στηρίζεται στο σεβασμό της προσωπικότητας, της αξιοπρέπειας, του πολιτισμικού επιπέδου και των κοινωνικών ευαισθησιών των πολιτών. Πρέπει, ακόμα, κάθε ενέργεια ή συμπεριφορά του κράτους να μπορεί εύκολα να ενταχθεί μέσα στο πλέγμα των αρχών του «κράτους δικαίου» και να βρίσκεται σε αρμονία με τις εθιμικά διαμορφούμενες ευαισθησίες της κοινωνίας η οποία, ως υπέρτατος και απόλυτος κριτής της εξουσίας, μπορεί να απονείμει ή να αφαιρέσει την νομιμοποίηση από ένα άρχοντα ή μια πολιτική ή μια κυβέρνηση.

Η θεωρία του «σοφού ηγέτη» αποτελεί για τη σημερινή πραγματικότητα ένα μακρινό παραμύθι αβέβαιης παιδευτικής αξίας. Σήμερα επιβάλλεται να λειτουργεί η δημοκρατία στην πράξη, καταξιωμένη και νομιμοποιημένη από την κοινωνία.

Για να επιτευχθεί όμως η λειτουργία της πραγματικής δημοκρατίας, επιβάλλεται να επιλέγονται ηγέτες με σαφή, βιωματική αντίληψη των αρχών της δημοκρατίας και να έχουν την ικανότητα και τη βούληση να εγκαθιδρύουν μια σοβαρή, υπεύθυνη και αμφίδρομη επικοινωνία με τους πολίτες. Κανένας αξιωματούχος δεν μπορεί να παραγάγει έργο πολιτειακό αν δεν μπορεί να αφουγκραστεί τις απόψεις και τους προβληματισμούς της κοινωνίας.

Δεν είναι δυνατό να θεμελιωθεί πραγματική δημοκρατία σε ένα χώρο, όπου οι ηγέτες και οι αξιωματούχοι πιστεύουν πως η ανάδειξή τους στην εξουσία υπήρξε «εξόφληση θείας οφειλής». Όπως δεν μπορεί να υπάρξει πραγματική δημοκρατία σε ένα χώρο όπου οι ηγέτες και οι αξιωματούχοι ενεργούν και συμπεριφέρονται «από καθέδρας», αγνοώντας, ή ακόμα και περιφρονώντας τις απόψεις ή τις ευαισθησίες της κοινωνίας.

Η πορεία προς την πραγμάτωση μιας δημοκρατικής κοινωνίας είναι μεν δύσκολη, σαφώς όμως όχι ακατόρθωτη. Ιδιαίτερα για λαούς όπως το δικό μας, που κουβαλούν στην ιστορική και πολιτισμική τους παράδοση τα σπέρματα της σοφίας χιλιετιών. Πρέπει όμως να επισημάνω πως η πορεία αυτή δεν μπορεί να χαράσσεται μόνο στο χαρτί. Το Σύνταγμα, οι νόμοι, οι κανονισμοί, είναι μεν χρήσιμοι, αλλά έχουν μια ιδιαιτερότητα. Μπορούν να τροποποιηθούν, ακόμα και να αντικατασταθούν, ανάλογα με τις πολιτικές συγκυρίες. Αυτό που μένει διαχρονικά σταθερό είναι η ανάγκη της εξουσίας, της κάθε εξουσίας, για καταξίωση και νομιμοποίηση της από την κοινωνία.

Ο θεσμός αποτελεί διάσταση ιστορική και πρέπει να είναι δεκτικός αξιολόγησης κατά την πραγμάτωσή του. Κατά τον Δ. Τσάτσο, «ο θεσμός από χαρτί γίνεται ζωή. Ο δικαστής, ο βουλευτής, ο πρωθυπουργός, ο πρόεδρος, δεν γίνονται κατανοητοί από την κοινωνία … από την ανάγνωση του Συντάγματος, αλλά από τον τρόπο πραγμάτωσής τους. Με αυτήν ακριβώς την πραγματικότητα έρχεται το άτομο και η κοινωνία στη βιωματική επικοινωνία που γεννά τη συναίνεση ή την απόρριψη ή και την απελπισία».

Λευκωσία, 21 Δεκεμβρίου 2003

 

 

Στέλιος Θεοδούλου,

Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

Πρόεδρος Παγκύπριου Συνδέσμου για την Προάσπιση

των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

 

Leave a Reply