Loading...
ΔΙΕΘΝΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗΚΥΠΡΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Δηλώσεις Ερντογάν και διεθνές δίκαιο

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Πρωθυπουργού της Τουρκίας, Ερντογάν, κατά την παράνομη παρουσία του στα κατεχόμενα από την Τουρκία εδάφη της Κυπριακής Δημοκρατίας, στις 20 Ιουλίου 2011, υπήρξαν πράγματι εξόχως προκλητικές. προκλητικές για την Κύπρο, αλλά εξίσου προκλητικές για την Ευρωπαϊκή Ένωση, τα Ηνωμένα Έθνη και το ίδιο το διεθνές δίκαιο ως σύστημα κανόνων δικαίου και ως έννοια.

Κεντρικό σημείο των εν λόγω δηλώσεων του Τούρκου Πρωθυπουργού ήταν η «προειδοποίηση» ότι η Τουρκία δεν θα επιτρέψει τη συνέχιση της διαδικασίας εντοπισμού και εκμετάλλευσης από την Κυπριακή Δημοκρατία των φυσικών της πόρων στην αποκλειστική οικονομική της ζώνη και ότι θα αντιδράσει σε περίπτωση τέτοιας συνέχισης. Η «προειδοποίηση» είχε καταστεί μερικώς πιο συγκεκριμένη, τόσο από τον ίδιο όσο και από άλλους Τούρκους επίσημους, με αναφορά σε αποστολή τουρκικών πολεμικών πλοίων στο σημείο της σχετικής γεώτρησης.

Τόσο η κυβέρνηση της Κυπριακής Δημοκρατίας όσο και το σύνολο των πολιτικών κομμάτων έχουν καταδικάσει τις δηλώσεις του Τούρκου Πρωθυπουργού σημειώνοντας, μεταξύ άλλων, ότι αυτές συνιστούν παραβίαση του διεθνούς δικαίου. Αυτή ακριβώς τη σχέση, ή μάλλον διάσταση των δηλώσεων Ερντογάν με το διεθνές δίκαιο θα επιχειρήσω να εξετάσω σε συντομία στη συνέχεια.

Ι. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΠΑΓΚΟΣΜΙΩΝ ΑΡΧΩΝ

Ως χρήσιμο θεμελιακό υπόβαθρο πρέπει να τονιστεί εμφαντικά ότι ο Χάρτης των Ηνωμένων Εθνών είναι ένα κείμενο στο οποίο, μετά την εμπειρία των τραγικών αποτελεσμάτων του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, έχουν κατατεθεί οι αγωνιώδεις ελπίδες της ανθρωπότητας για αποκλεισμό του πολέμου και της βίας ως μέσου επίλυσης διαφορών μεταξύ κρατών.

Σκοπός λοιπόν των Ηνωμένων Εθνών, όπως ρητά παρατίθεται στο άρθρο 1 του Χάρτη τους, είναι η διατήρηση διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας και, για επίτευξη του σκοπού αυτού, η λήψη αποτελεσματικών συλλογικών μέτρων για πρόληψη και τερματισμό απειλών κατά της ειρήνης και παύση επιδρομικών ενεργειών (acts of aggression) όπως και κάθε κατάστασης πραγμάτων που οδηγεί σε παραβίαση της ειρήνης. Για πραγμάτωση λοιπόν των σκοπών των Ηνωμένων Εθνών, τα κράτη μέλη τους πρέπει να αποφεύγουν στις διεθνείς τους σχέσεις την απειλή ή χρήση βίας ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα ή την πολιτική ανεξαρτησία οποιουδήποτε κράτους, σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (4) του δεύτερου άρθρου του Χάρτη.

Εξετάζοντας το γράμμα και το πνεύμα των δηλώσεων του Τούρκου Πρωθυπουργού, σε συνδυασμό με ενορχηστρωμένες προς την ίδια κατεύθυνση δηλώσεις άλλων Τούρκων επισήμων, μπορούμε να καταλήξουμε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι συνιστούν απειλή κατά της ειρήνης μέσα από την σαφή απειλή για χρήση βίας κατά της εδαφικής ακεραιότητας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τούτο γιατί η διαδικασία έρευνας και εκμετάλλευσης φυσικών πόρων πραγματοποιείται μέσα στα όρια της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης της Δημοκρατίας στην οποία ασκούνται τα αποκλειστικά κυριαρχικά της δικαιώματα δυνάμει του άρθρου 56(1)(α) και ιδιαίτερα των άρθρων 77 και 81 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Διαπιστώνεται, κατά συνέπεια, κατάφωρη παραβίαση από πλευράς της Τουρκίας θεμελιακών αρχών του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, των ίδιων εκείνων αρχών που είχαν οδηγήσει τα 192 σήμερα κράτη μέλη τους στην ανάγκη για εγκαθίδρυση «…κατάστασης πραγμάτων κάτω από την οποία η δικαιοσύνη και ο σεβασμός για τις υποχρεώσεις που πηγάζουν από Συνθήκες και άλλες πηγές διεθνούς δικαίου μπορούν να επικρατούν», σύμφωνα με το τρίτο εδάφιο του προοιμίου του Χάρτη.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι η «επιχειρηματολογία» της Τουρκίας στηρίζεται σε αυθαίρετη ερμηνεία προνοιών της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας, όταν η χώρα αυτή αρνείται επίμονα να υιοθετήσει τη Σύμβαση!

ΙΙ. ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ (Jus Cogens)

Στο Κεφάλαιο VI του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (άρθρα 33 – 38) περιγράφονται με ικανοποιητική λεπτομέρεια και σαφήνεια οι διαδικασίες τις οποίες οφείλει ένα κράτος μέλος να ακολουθήσει σε κάθε περίπτωση κατά την οποία με ενέργειες που κατευθύνονται προς άλλο κράτος υπάρχει ή εξελίσσεται κατάσταση πραγμάτων που είναι δυνατό να απειλήσει τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια. Είναι προφανές ότι η Τουρκία, διακηρύσσοντας ότι η Κυπριακή Δημοκρατία δεν έχει δικαίωμα να ερευνά μέσα στα όρια της αποκλειστικής οικονομικής της ζώνης για εντοπισμό και εκμετάλλευση των φυσικών της πόρων και ότι θα εμποδίσει την εν λόγω έρευνα με τη χρήση βίας, έχει παραβεί τις πρόνοιες του Κεφαλαίου VI του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών.

Για αντιμετώπιση περιπτώσεων παραβίασης των διαδικασιών που καθιερώνονται δυνάμει του Κεφαλαίου VI του Χάρτη, τα Ηνωμένα Έθνη έχουν προνοήσει, στο μέρος VIΙ του Χάρτη, στο άρθρο 39, ότι «το Συμβούλιο Ασφαλείας αποφασίζει κατά πόσο υφίσταται οποιαδήποτε απειλή κατά της ειρήνης, παραβίαση της ειρήνης ή επιδρομική ενέργεια και … προβαίνει στη λήψη μέτρων σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 42 με σκοπό τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας».

Δεδομένου ότι διαπιστώνουμε παραβίαση από την Τουρκία τόσο των θεμελιακών αρχών του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών όσο και των προνοιών του Κεφαλαίου VI του Χάρτη, που συνιστούν κανόνες του ισχύοντος υποχρεωτικού διεθνούς δικαίου, πληρούνται κατά την άποψή μας οι νόμιμες προϋποθέσεις για υπαγωγή του όλου ζητήματος κάτω από τις πρόνοιες του Κεφαλαίου VI του Χάρτη, με σκοπό την αναζήτηση αποτελεσματικά πρόσφορου θεσμικού τρόπου για τερματισμό της τουρκικής απειλής κατά της ειρήνης.

ΙΙΙ ΕΠΙΔΡΟΜΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ (Act of Aggression)

Από το 1923 η ανθρωπότητα προσπαθεί να δημιουργήσει το νομικό και πραγματικό πλαίσιο ερμηνείας, δίωξης και καταδίκης του εγκλήματος της επιδρομής. Ξεχωρίζει η προσπάθεια του Διεθνούς Στρατιωτικού Δικαστηρίου της Νυρεμβέργης, το οποίο όμως περιορίστηκε αποκλειστικά στην αξιολόγηση των υπό εκδίκαση εγκλημάτων του Β’ Παγκόσμιου πολέμου.

Στις 14 του Δεκέμβρη του 1974 (λιγότερο από πέντε μήνες από την κατάφωρη τουρκική επιδρομή κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας), η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών υιοθέτησε τον ορισμό της επιδρομής[1], με βάση τον οποίο οι δηλώσεις του Τούρκου Πρωθυπουργού, περισσότερο οι ενδεχόμενες ενέργειές του προς την κατεύθυνση υλοποίησης των απειλών του, συνιστούν επιδρομική ενέργεια. Το ψήφισμα δεν έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, αλλά αποτελεί μη δεσμευτική εισήγηση προς το Συμβούλιο Ασφαλείας αναφορικά με τον ορισμό που θα χρησιμοποιούσε για «διάγνωση» της ύπαρξης επιδρομικής ενέργειας[2].

Πιο πρόσφατη προσπάθεια έγινε με το άρθρο 5.2 του Καταστατικού του (Μόνιμου) Διεθνούς Ποινικού Δικαστηρίου[3], σύμφωνα με το οποίο το Δικαστήριο θα ασκεί δικαιοδοσία για εκδίκαση του εγκλήματος της επιδρομής, όταν υιοθετηθεί ορισμός του εγκλήματος και τεθούν οι προϋποθέσεις για άσκηση της εν λόγω δικαιοδοσίας.

Η ανθρωπότητα άκουσε με ανακούφιση ότι η Σύνοδος των Κρατών Μελών είχε καταλήξει σε υιοθέτηση συγκεκριμένου ορισμού του εγκλήματος της επιδρομής, πανομοιότυπου με το σχετικό ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών, κατά το αναθεωρητικό συνέδριό τους στην Καμπάλα, τον Ιούνιο του 2010. Η σχετική Τροποποίηση θα τεθεί σε ισχύ ένα χρόνο μετά την κύρωσή της, ενώ πρέπει να ληφθεί σχετική απόφαση από τη Σύνοδο των Κρατών Μελών με πλειοψηφία δύο τρίτων, μετά την 1η Ιανουαρίου 2017, για να καταστεί δυνατή η άσκηση δικαιοδοσίας από το Δικαστήριο.[4]

Ανεξάρτητα από τον χρόνο και τον τρόπο εμπλοκής των Ηνωμένων Εθνών στην προσπάθεια τερματισμού της τουρκικής απειλής, θεωρώ αναγκαίο να τονίζονται σε κάθε περίπτωση οι συγκεκριμένες παραβιάσεις από την Τουρκία των κανόνων του διεθνούς δικαίου, δεδομένου ότι η επαναλαμβανόμενη επίκλησή τους δημιουργεί και διατηρεί τη δική της πολιτική δυναμική.

  1. IV. ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΕΚΤΗΜΕΝΟ

Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν διαθέτει ρητό νομοθετικό πλαίσιο η εφαρμογή του οποίου θα δικαίωνε την Κύπρο, θεωρείται όμως ο πλέον κατάλληλος χώρος για επιδίωξη τερματισμού της τουρκικής απειλής, γιατί το πλέγμα που έχει διαμορφωθεί από τη συλλογική ευρωπαϊκή κουλτούρα δικαίου, πρακτικής και δημοκρατίας είναι αρκούντως ισχυρό ώστε να αμύνεται σθεναρά ενάντια σε επιδρομικές συμπεριφορές όπως αυτή της Τουρκίας.

Διαπιστώνοντας λοιπόν ότι οι υπό εξέταση απειλές της Τουρκίας βρίσκονται σε πλήρη διάσταση με αυτό που στην ευρεία του όρου έννοια ονομάζουμε «ευρωπαϊκό κεκτημένο» πιστεύουμε ότι η Κυπριακή Δημοκρατία μπορεί να εξασφαλίσει πρακτική βοήθεια προς την κατεύθυνση τερματισμού της τουρκικής απειλής, για τρεις βασικούς λόγους:

  1. Η Ευρωπαϊκή Ένωση ως τέτοια, πέρα και ανεξάρτητα από τα κράτη μέλη της, έχει καταστεί μέλος της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας την 1η Απριλίου 1998. Κατά συνέπεια δεσμεύεται και νομικά από τις πρόνοιές της και δεν μπορεί παρά να προβεί καθηκόντως σε διάγνωση του δικαίου της Κυπριακής Δημοκρατίας και να ενεργήσει ανάλογα.
  2. Η Κυπριακή Δημοκρατία, κράτος μέλος, μπορεί να υπολογίζει στην πολιτική συμμαχία με χώρες που λόγω των γνωστών απόψεών τους δεν θα ήσαν διατεθειμένες να ανεχτούν τέτοιες προκλητικά παράνομες συμπεριφορές από μέρους της Τουρκίας.
  3. Η Τουρκία, παρά την ευνοϊκή μεταχείριση από φίλους και συμμάχους της, είναι αναγκασμένη κάποια στιγμή να παρουσιάσει ένα «πρόσωπο» που να συνάδει με τις αρχές και αξίες της Ευρώπης, έστω κι αν δεν το πιστεύει, για να καταστεί δυνατή η συνέχιση και ολοκλήρωση της διαδικασίας ένταξής της στην Ευρωπαϊκή Οικογένεια.

Είναι εξάλλου δεδομένο ότι, πέρα από αρχές και πολιτικές συμμαχίες, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αποκομίσει σημαντικά οφέλη από την ανόρυξη φυσικού αερίου από μέρους της Κυπριακής Δημοκρατίας.

17 Αυγούστου 2011

 

Στέλιος Θεοδούλου

Νομικός

πρώην Εισαγγελέας της Δημοκρατίας

 

[1] United Nations General Assembly Resolution 3314 (XXIX)

[2] Yoram Dinstein, War, Aggression and Self-Defence, p. 118. Cambridge University Press, 2003

[3] Ρώμη, 17 Ιουλίου 1998.

[4] “Resolution RC/Res.6: The crime of aggression”

Leave a Reply