Κάθε φορά που η διεθνής κοινότητα θέτει κανόνες συμπεριφοράς που ρυθμίζουν τις σχέσεις των κρατών, ο ανθρώπινος πολιτισμός γίνεται πλουσιότερος! Κάθε ουσιαστική προσπάθεια για θεμελίωση των διεθνών σχέσεων πάνω σε αρχές δικαίου και ηθικής πιστοποιεί τη διαφορά του ανθρώπου από το ζώο και δικαιώνει την επιλογή του Κυρίου να χαρίσει στον άνθρωπο το υπέρτατο δώρο της διανόησης!
Πριν είκοσι και πλέον χρόνια, τον Αύγουστο του 1975, τριανταπέντε ηγέτες κρατών και κυβερνήσεων έβαζαν την υπογραφή τους κάτω από την Τελική Πράξη του Ελσίνκι, διακηρύττοντας ότι αναγνώριζαν «…την παγκόσμια σημασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, ο σεβασμός των οποίων αποτελεί ουσιώδη παράγοντα για την ειρήνη, τη δικαιοσύνη και την ευημερία …». Με την υπογραφή τους αναλάμβαναν ρητή δέσμευση για προαγωγή της ασφάλειας και της συνεργασίας στον ευρωπαϊκό χώρο και διακήρυσσαν την υποχρέωσή τους «… να σέβονται σταθερά τα δικαιώματα αυτά στις αμοιβαίες σχέσεις τους και να καταβάλλουν προσπάθειες, όλες μαζί και χωριστά η καθεμιά, όσο και σε συνεργασία με τα Ηνωμένα Έθνη, για την προώθηση παγκόσμιου, αποτελεσματικού σεβασμού για τα δικαιώματα αυτά».
Η έννοια της «αδιαίρετης ευρωπαϊκής ασφάλειας» θεμελιώθηκε ουσιαστικά και θεσμικά με τις αρχές της τότε Τελικής Πράξης και τώρα Οργάνωσης για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη, παρά με τις διαδικασίες και την πρακτική πορεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην ιεράρχηση των προτεραιοτήτων της οποίας προέχουν οι τομείς του εμπορίου και της οικονομίας. Αυτή λοιπόν η από κάθε άποψη αδιαίρετη ευρωπαϊκή ασφάλεια, πολιτισμική, θεσμική, γεωγραφική, αποτελεί το αναγκαίο προαπαιτούμενο για την πλήρη προάσπιση και προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.
Ο όρος “ασφάλεια” στις διεθνείς σχέσεις έχει ουσιαστικό περιεχόμενο και καλύπτει την πρακτική αποφυγή της χρήσης ή της απειλής χρήσης βίας, το απαραβίαστο των γεωγραφικών συνόρων της επικράτειας κάθε ευρωπαϊκής χώρας και της Ευρώπης ως συνόλου και τον σεβασμό των δικαιωμάτων κάθε κράτους, που είναι σύμφυτα με την κυριαρχία και την πολιτική του ανεξαρτησία. Το περιεχόμενο αυτό υπηρετούσε την προσπάθεια για μείωση των κινδύνων από την αντιπαράθεση των δυο κόσμων, κατά την εποχή του ψυχρού πολέμου. Και μετά όμως από την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, το περιεχόμενο της ασφάλειας στον ευρωπαϊκό χώρο παραμένει σημαντικό και απαραίτητο προαπαιτούμενο για την ειρηνική συνύπαρξη των λαών και την απόλαυση των επιτευγμάτων της προόδου, ενώ αποτελεί το θεμέλιο για το κτίσιμο του σεβασμού και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών.
Η επέκταση της έννοιας και του περιεχομένου των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην εποχή μας είναι πια βιωματική πραγματικότητα. Τα παραδοσιακά ατομικά και πολιτικά δικαιώματα αποτελούν σήμερα μικρό μόνο μέρος του συνόλου των δικαιωμάτων, των αναγνωρισμένων και διασφαλισμένων από διεθνείς συμβάσεις και το εσωτερικό δίκαιο, που επεκτείνονται σε τομείς όπως ο οικονομικός, ο κοινωνικός, ο πολιτιστικός, ο περιβαλλοντικός κ.ά.
Αναγκαία προϋπόθεση για την απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, είναι η έμπρακτη αναγνώριση και αποτελεσματική περιφρούρηση της αξιοπρέπειας του ατόμου, που “… είναι σύμφυτη σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης οικογένειας...” και “… αποτελεί το θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο“. Είναι, κατά συνέπεια, φανερό πως ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα σε συνθήκες ειρήνης και συνεργασίας ανάμεσα σε κράτη και λαούς.
Η ιστορία του ανθρώπου διδάσκει πως οι σοβαρές, μαζικές, συστηματικές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών υπήρξαν κατά κανόνα το αποτέλεσμα ένοπλων συγκρούσεων και επιδρομικών ενεργειών. Κατά τον εικοστό αιώνα είχαμε δυστυχώς τέτοιες σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ακόμα και μετά την υπογραφή πολλών διεθνών συμβάσεων και την υιοθέτηση ακόμα περισσότερων διακηρύξεων για την προάσπιση, το σεβασμό και την προαγωγή των δικαιωμάτων αυτών. Η διεθνής κοινωνία αποδείχτηκε ανίκανη ή ακόμα και απρόθυμη να μετατρέψει σε πράξεις τις αρχές που η ίδια έθεσε για να διέπουν την ανθρώπινη συμπεριφορά στις διεθνείς σχέσεις.
Είκοσι χρόνια μετά την υπογραφή της Τελικής Πράξης, ο σεβασμός και η προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών στο επίπεδο των διακρατικών σχέσεων εξακολουθεί να είναι το ζητούμενο. Τραγικό παράδειγμα σοβαρής διάστασης ανάμεσα στα λόγια και τα έργα η Κυπριακή Δημοκρατία, τμήμα της επικράτειας της οποίας κατεχόταν στρατιωτικά, ως αποτέλεσμα επιδρομής από την Τουρκία, κατά το χρόνο που ο τότε Πρωθυπουργός και σήμερα Πρόεδρος της Τουρκίας Ντεμιρέλ υπέγραφε την Τελική Πράξη, εξακολουθεί δε να κατέχεται και σήμερα από την ίδια χώρα, κατά παράβαση κάθε έννοιας διεθνούς δικαίου και σε σαφή αντίθεση με το γράμμα και το πνεύμα της Τελικής Πράξης του Ελσίνκι. Σύμφωνα με πορίσματα διεθνών οργανισμών, όπως για παράδειγμα της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, η Τουρκία έχει παραβιάσει και συνεχίζει να παραβιάζει κατάφωρα, μαζικά και συστηματικά, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις ελευθερίες των Κυπρίων. Σύμφωνα ακόμα με την ερμηνεία του όρου “επιδρομή”, όπως έχει υιοθετηθεί από τα Ηνωμένα Έθνη, η Τουρκία συνεχίζει αυτή τη στιγμή επιδρομική ενέργεια κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου και σε αντίθεση με το γράμμα και το πνεύμα των Αρχών ΙΙ, ΙΙΙ, ΙV, VI και VII της Διακήρυξης Αρχών της Τελικής Πράξης και σχεδόν όλων των προνοιών του Κώδικα Συμπεριφοράς. Ακόμα και οι απαιτήσεις που τίθενται από την Τουρκική πλευρά για λύση του κυπριακού ζητήματος, βρίσκονται σε σαφή αντίθεση με συγκεκριμένες αρχές της Τελικής Πράξης.
Η δυσάρεστη αυτή διαπίστωση υπογραμμίζει την απουσία αποτελεσματικών μηχανισμών, που θα διασφάλιζαν την πρακτική εφαρμογή των αρχών για την Ευρωπαϊκή ασφάλεια και συνεργασία, ενώ φανερώνει κενά στην αποτελεσματική προάσπιση και προαγωγή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων, ιδιαίτερα όσον αφορά τις μικρές και, κατά συνέπεια, αδύνατες χώρες. Φανερώνει ακόμα, δυστυχώς, την εξάρτηση θεμάτων ασφάλειας, διεθνούς τάξης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, από τα εκάστοτε συμφέροντα και τις περιστασιακές συμμαχίες των ισχυρών κρατών. Κι’ ας έχουν οι ηγέτες των κρατών αυτών διακηρύξει ότι, καμιά σκοπιμότητα, οποιασδήποτε φύσης, δεν μπορεί να λειτουργήσει ως δικαίωση της χρήσης βίας ή της παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων από ένα κράτος εναντίον άλλου.
Η Ευρώπη έχει χαράξει την πορεία της κοινής της μοίρας και των κοινών της επιδιώξεων. Η δημιουργία του “κοινού ευρωπαϊκού σπιτιού” για όλους τους ευρωπαϊκούς λαούς είναι πια γεγονός, έστω και αν αντιμετωπίζονται κάποια πρακτικά προβλήματα για την ολοκλήρωση του σημαντικού αυτού στόχου. Μέσα σε αυτά τα δεδομένα, η “αδιαίρετη ευρωπαϊκή ασφάλεια” πρέπει να αποκτήσει και την πρακτική της διάσταση. Ως φυσική προέκταση, θα εισηγούμουν να εργαστούμε όλοι μαζί για τη δημιουργία και των “αδιαίρετων ευρωπαϊκών ανθρωπίνων δικαιωμάτων“. Κάθε παραβίαση δικαιωμάτων και ελευθεριών σε μια ευρωπαϊκή χώρα από άλλη χώρα, ευρωπαϊκή ή μη, θα πρέπει να θεωρείται ότι κατευθύνεται εναντίον του συνόλου της ευρωπαϊκής οικογένειας και να αντιμετωπίζεται έμπρακτα με συνέπεια και δυναμισμό. Η πολιτική, στρατιωτική, οικονομική και όποια άλλη σκοπιμότητα θα πρέπει να παύσει να λειτουργεί ως μέτρο καθορισμού της αντίδρασης της κάθε χώρας στην αποδειγμένη παραβίαση του διεθνούς νόμου από κάποια άλλη χώρα. Ακόμα και χωρίς τη δυνατότητα νομικά δεσμευτικής παρέμβασης του ΟΑΣΕ, το πολιτικό του εκτόπισμα θα μπορούσε να αποτελέσει ισχυρό μοχλό πίεσης εναντίον της χώρας που ενεργεί κατά παράβαση της διεθνούς έννομης τάξης.
Ετοιμάζοντας τον κόσμο και ιδιαίτερα την Ευρώπη, για την είσοδο στον εικοστό πρώτο αιώνα, έχουμε σαφή υποχρέωση να φροντίσουμε επιτέλους για την υλοποίηση των διακηρύξεων που συνθέτουν τον ανθρώπινο πολιτισμό. Είναι άδικο να εγκαταλείπονται λαοί, όσο μικροί και αν είναι, στο έλεος της δύναμης, της βαρβαρότητας και των επεκτατικών σχεδίων ισχυρών τους γειτόνων, την ίδια στιγμή που με επίσημες τελετές διακηρύσσουμε στον κόσμο την προσήλωση των χωρών μας στις αρχές του διεθνούς δικαίου.
Με πλήρη συναίσθηση της σοβαρής ευθύνης που μια μη κυβερνητική οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων έχει στον τομέα της αποτελεσματικής προάσπισης των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ατόμου, καλώ όλες μαζί και κάθε μια χωριστά τις χώρες που μετέχουν στην Οργάνωση για την Ασφάλεια και Συνεργασία στην Ευρώπη, να σταματήσουν κάθε ενέργεια για σύνταξη και υιοθέτηση πρόσθετων αρχών διεθνούς συμπεριφοράς των χωρών και να ασχοληθούν επειγόντως και με πολλή σοβαρότητα με την εγκαθίδρυση μηχανισμών για την αποτελεσματική εφαρμογή των υφιστάμενων αρχών.
Είχε λεχθεί την 1η Αυγούστου 1975, κατά την υπογραφή της Τελικής Πράξης ότι,
“Η ιστορία θα κρίνει αυτή τη Διάσκεψη, όχι από το τι λέμε σήμερα εδώ, αλλά από το τι θα πράξουμε αύριο. όχι από τις υποσχέσεις που δίνουμε, αλλά από τις υποσχέσεις που υλοποιούμε“.
Εξετάζοντας τις διεθνείς σχέσεις κατά τα είκοσι χρόνια από τότε, ο καθένας μπορεί να βγάλει τα δικά του συμπεράσματα για τα όσα έγιναν αλλά και για τα όσα θα μπορούσαν να γίνουν στον τομέα της παραβίασης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, μέσα από τη μη συμμόρφωση προς τις αρχές για την ασφάλεια και συνεργασία στην Ευρώπη.
Βρισκόμενοι σε μια μικρή χώρα και εξετάζοντας τη συμβολή του ΟΑΣΕ στην ασφάλεια των μικρών κρατών, θα πρέπει να διαπιστώσουμε πως η ασφάλεια στις διεθνείς σχέσεις είναι απόλυτα αναγκαίο προαπαιτούμενο για την απόλαυση από τους ευρωπαϊκούς λαούς των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών τους. Η διαπίστωση αυτή θα πρέπει να μας οδηγήσει στη δημιουργία πρακτικών, ευέλικτων και αποτελεσματικών μηχανισμών, όχι μόνο για την αποτροπή μελλοντικών ενεργειών που θα βρίσκονται σε αντίθεση με τις αρχές του ΟΑΣΕ, αλλά και για την αποκατάσταση της διεθνούς τάξης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στις περιπτώσεις, όπως της Κυπριακής Δημοκρατίας, που η ευρωπαϊκή αλλά και η οικουμενική έννομη τάξη έχει παραβιαστεί και συνεχίζει να παραβιάζεται. Ας μη μας διαφεύγει το γεγονός ότι η τουρκική επιδρομή κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας συνεχίζεται για όσο χρόνο η Τουρκία συνεχίζει να κατέχει με τη βία των όπλων μέρος της επικράτειας του νησιού.
Καταλήγοντας, θα ήθελα να αφήσω στο τραπέζι αυτού του σεμιναρίου ένα ερώτημα: Έχοντας υπόψη τις πολλές διεθνείς συμβάσεις για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τις αρχές και τον Κώδικα Συμπεριφοράς του ΟΑΣΕ, ποιο είναι το πολιτικό ή άλλο κόστος που έχει πληρώσει η Τουρκία, στα εικοσιένα και για τα εικοσιένα χρόνια, κατά τα οποία συνεχίζει τη στρατιωτική επιδρομή της κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας;
Εισήγηση του Στέλιου Θεοδούλου, Προέδρου του Παγκύπριου Συνδέσμου για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο “Σεμινάριο της Λευκωσίας για τη Συμβολή του ΟΑΣΕ στην Ασφάλεια των Μικρών Κρατών” που οργανώθηκε από το Υπουργείο Εξωτερικών της Κυπριακής Δημοκρατίας, 15 – 16 Ιανουαρίου 1996.
Στέλιος Θεοδούλου