Loading...
ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑΠΑΡΑΜΕΤΡΟΙ ΛΥΣΗΣ

Η ΔΙΑΓΡΑΦΟΜΕΝΗ ΛΥΣΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΕΠΙΤΑΓΕΣ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΓΙΑ ΤΟ ΣΕΒΑΣΜΟ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Η θεμελίωση των παραμέτρων του ανθρώπινου πολιτισμού δεν μπορεί παρά να στηρίζεται στη λειτουργία, την εφαρμογή και το σεβασμό των κανόνων δικαίου. Όπως έλεγε ο Πλάτωνας, “πάν ό,τι τάξεως καί νόμου μετέχον εν πόλει άν γίγνηται, πάντα αγαθά απεργάζεται” (καθετί στην πόλη, αν γίνεται σύμφωνα με το νόμο και την τάξη, δημιουργεί όλα τα αγαθά).

Βέβαια ο Πλάτωνας αναφερόταν μάλλον στα θεμελιακά αγαθά της ανθρώπινης φύσης, την ελευθερία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη και την ειρήνη. Στα προαπαιτούμενα για την απόκτηση και απόλαυση αυτών των αγαθών αναφέρεται και το προοίμιο της Οικουμενικής Διακήρυξης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου:

“Η αναγνώριση της αξιοπρέπειας και των ίσων και αναπαλλοτρίωτων δικαιωμάτων που ενυπάρχει σε όλα τα μέλη της ανθρώπινης κοινωνίας αποτελεί θεμέλιο της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της ειρήνης στον κόσμο”.

Αυτή η οικουμενική και ενιαία θεώρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών έχει δημιουργήσει ένα μη αναστρέψιμο πυρήνα κανόνων και οργάνων για τη διεθνή προστασία τους, παρά τα πολλαπλά προβλήματα που αντιμετωπίζονται στον τομέα της ενιαίας ερμηνείας, σημασιολογικής τοποθέτησης και εφαρμογής τους.

 

Α. Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ

Σήμερα βρίσκονται σε ισχύ περισσότερα από 250 διεθνή κείμενα με διάφορες ονομασίες (σύμφωνα, συμβάσεις, συμφωνίες, πρωτόκολλα) που προνοούν για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, ενώ η παραγωγή τέτοιων διεθνών κειμένων σημειώνει στις μέρες μας έντονα αυξητική τάση. Η προάσπιση όμως των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ατόμου, για να είναι αποτελεσματική χρειάζεται, πέρα από την ύπαρξη του διεθνούς νομοθετικού πλαισίου, τη συνύπαρξη άλλων δύο εξ ίσου σοβαρών παραγόντων: Του παράγοντα των μηχανισμών δικαστικής προστασίας και του παράγοντα απόκτησης και υιοθέτησης συμβατής με την αξία του θέματος ανάλογης νοοτροπίας, τόσο των οργάνων του κράτους, όσο και των ίδιων των ατόμων.

Αν εξαιρέσουμε τις ελάχιστες περιπτώσεις όπου η ύπαρξη ενός διεθνούς κειμένου για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνοδεύεται από έγκυρους μηχανισμούς δικαστικής προστασίας, η αποτελεσματικότητα και η ορθότητα της παρέμβασης των διεθνών οργάνων στηρίζεται κατά κύριο λόγο σε συναινετικές διαδικασίες, όπου κερδίζει συνήθως τις εντυπώσεις εκείνος που επιτίθεται πρώτος ή εκείνος που, για διάφορους λόγους, είναι πολιτικά αρεστός στις ισχυρές χώρες που μετέχουν στο διεθνή οργανισμό.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα Ηνωμένα Έθνη, από το 1945 μέχρι σήμερα, έχουν επιβάλει σε ελάχιστες περιπτώσεις κυρώσεις, για παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε συνδυασμό με απειλή κατά της ειρήνης. Διαπιστώνουμε λοιπόν με απογοήτευση ότι η επιβολή των αρχών του διεθνούς οργανισμού γίνεται επιλεκτικά. Για παράδειγμα, παρά τα πολλά ψηφίσματα της Γενικής Συνέλευσης και του Συμβουλίου Ασφαλείας σχετικά με την τουρκική επιδρομή κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας, τα Ηνωμένα Έθνη δεν έχουν μέχρι σήμερα προχωρήσει στην επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας. Για να είμαστε όμως δίκαιοι θα πρέπει να τονίσουμε ότι ουδέποτε η Κυπριακή Δημοκρατία έχει ζητήσει την επιβολή τέτοιων κυρώσεων.

Ως η σημαντικότερη σύγχρονη εξέλιξη στον τομέα της πρόληψης και αποτελεσματικής καταστολής παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θεωρείται η υπό διαμόρφωση σύνταξη, στα πλαίσια των Ηνωμένων Εθνών, ενός διεθνούς ποινικού κώδικα και η σύσταση ενός μόνιμου διεθνούς ποινικού δικαστηρίου, για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Και τα δυο κείμενα, που θα αποτελέσουν διεθνείς συμβάσεις, αναμένεται να ολοκληρωθούν και ελπίζεται να είναι έτοιμα για υπογραφή από τις διάφορες χώρες περί τα μέσα του 1998.

Στο δικό μας γεωπολιτικό χώρο τα πράγματα εμφανίζονται σημαντικά καλύτερα. Για τις ευρωπαϊκές χώρες και ιδιαίτερα για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει ήδη σχηματιστεί το κοινό πλαίσιο αντίληψης και ερμηνείας των θεμάτων που σχετίζονται με την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών. Η νομολογία των ευρωπαϊκών δικαστικών σωμάτων και οι αποφάσεις της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ενισχύουν συνεχώς τα θεμέλια της ενιαίας σε ερμηνεία και αντίληψη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών του ατόμου αλλά και των διαφόρων ομάδων ατόμων με συγκεκριμένη ταυτότητα ( εθνική, εθνοτική, θρησκευτική, φυλετική, κοινωνική κ.ά.).   Θα μπορούσε να πεί κάποιος ότι στον ευρωπαϊκό χώρο έχει επιτευχθεί σε μεγάλο βαθμό η ενιαία σημασιολογική τοποθέτηση, ερμηνεία και εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών με την αναγωγή της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε θεσμικό και πραγματικό “κεκτημένο” για τους λαούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η εμπειρία της Κυπριακής Δημοκρατίας από τη διεκδίκηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κυπρίων μέσα από τα διάφορα ευρωπαϊκά όργανα υπήρξε θετική, τόσο στην περίπτωση των διακρατικών προσφυγών, όσο και στις περιπτώσεις ατομικών προσφυγών, με αποκορύφωμα την πρόσφατη απόφαση στην υπόθεση της Τιτίνας Λοϊζίδου. Δυστυχώς οι ηγεσίες της κυπριακής πολιτείας απέτυχαν ή δεν θέλησαν να αξιοποιήσουν τα ισχυρότατα αυτά νομικοπολιτικά όπλα που προσετίθεντο κατά καιρούς στο πολιτικό οπλοστάσιό της για λόγους, που ενώ σημειώνονται “συνωμοτικά” ως “ευνόητοι”, προσωπικά δεν κατάφερα ποτέ να τους αντιληφθώ, πολύ δε περισσότερο, να τους αποδεχτώ.

 

Β. ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

    ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΔΙΑΓΡΑΦΟΜΕΝΗΣ ΛΥΣΗΣ

Τόσο ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών όσο και οι διάφοροι απεσταλμένοι των χωρών που “ενδιαφέρονται” για τη λύση του κυπριακού ζητήματος, με τις διάφορες δηλώσεις και τα έγγραφά τους έχουν διαγράψει με αρκετή σαφήνεια τα πλαίσια της λύσης, για επίτευξη της οποίας εργάζονται. Η “ομοσπονδιακή” κυπριακή πολιτεία που διαγράφεται μέσα από τα σχέδια, τις ιδέες και τα έγγραφα (άτυπα και μη) θα στηρίζεται οριστικά στα ακόλουθα θεμέλια:

α) Τεχνητός γεωγραφικός διαχωρισμός της Κυπριακής Δημοκρατίας, χωρίς ιστορικό, πρακτικό ή άλλο έγκυρο υπόβαθρο.

β) Τεχνητή δημιουργία “λαών”, στηριγμένων στην βίαιη μετακίνηση και τον ακούσιο εκτοπισμό πληθυσμών, χωρίς πολιτιστικό, πολιτισμικό, ιστορικό ή άλλο έγκυρο υπόβαθρο.

γ) Δημιουργία τεχνητών ελεγχόμενων πλειοψηφιών στις ομόσπονδες “πολιτείες”, χωρίς πραγματικό πληθυσμιακό ή άλλο υπόβαθρο και σε απόλυτη αντίθεση με την κοινωνική  και ιστορική πραγματικότητα.

δ) Επιβολή τεχνητών ισορροπιών στα ομοσπονδιακά όργανα, με αποτέλεσμα τον ουσιαστικό έλεγχο της πλειοψηφίας από τη μειοψηφία.

ε) Παραβίαση συγκεκριμένων ρητών και αυστηρών προνοιών του διεθνούς δικαίου στην περίπτωση των εποίκων που η Τουρκία, ως κατέχουσα δύναμη, έχει μεταφέρει στις κατεχόμενες περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας. Σημειώνεται ότι η ενέργεια αυτή της Τουρκίας χαρακτηρίζεται ως διεθνές έγκλημα, τόσο από υφιστάμενη πρόνοια διεθνούς δικαίου, όσο και δυνάμει του υπό διαμόρφωση διεθνούς ποινικού κώδικα.

στ) Διαιώνιση του σοβαρού οικολογικού προβλήματος που έχει δημιουργηθεί με το βίαιο ξεριζωμό του Κύπριου από τη γη του και τη διακοπή της πολιτισμικής του συνέχειας καθώς και με την ανατροπή του ενιαίου του κυπριακού χώρου, κατά παράβαση των αρχών και ρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στην έννοια του ευρωπαϊκού κεκτημένου.

Με αυτά τα δεδομένα, και πολλά άλλα που δεν αναφέρονται γιατί δεν είναι βέβαιο ότι έχουν τελικά υιοθετηθεί, ΕΙΝΑΙ ΑΔΥΝΑΤΟ να ισχυρίζεται κάποιος ότι μπορεί να υπάρξει διασφάλιση και προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κυπρίων πολιτών. Πιο απλά, η διαγραφόμενη λύση ΕΙΝΑΙ ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΗ με την ίδια την έννοια της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Για να είμαι ακόμα πιο σαφής: Έχοντας υπόψη ότι ακόμα και η γνήσια ομοσπονδία είναι νομικά και πραγματικά ανεφάρμοστη στην περίπτωση της Κύπρου με τα νομίμως υφιστάμενα γεωγραφικά, πληθυσμιακά, ιστορικά, και άλλα δεδομένα, το εκτρωματικό κατασκεύασμα που ετοιμάζεται να μας προσφερθεί ως λύση ισοδυναμεί ουσιαστικά με αυτοκατάργηση και αυτοδιάλυση του κράτους και διακοπή της ιστορικής συνέχειας του κυπριακού λαού, με σαφώς επιβαρυντικό παράγοντα τον ουσιαστικό περιορισμό στην απόλαυση από τους Κυπρίους των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, των ίδιων αυτών δικαιωμάτων και ελευθεριών που διασφαλίζονται ή καταβάλλεται προσπάθεια να διασφαλιστούν για κάθε ανθρώπινο ον στον πλανήτη μας. Αξίζει να σημειώσουμε ότι ο μεσολαβητής που είχε διοριστεί από τα Ηνωμένα Έθνη με την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας της 4ης Μαρτίου 1964 τονίζει στην έκθεσή του ότι η ομοσπονδιακή λύση που πρότειναν τότε οι Τουρκοκύπριοι “είναι ανεφάρμοστη” και θα μπορούσε να προκαλέσει μετατοπίσεις πληθυσμών, καθώς και “πιθανή πίεση προς την κατεύθυνση της διχοτόμησης του νησιού”. Είναι περιττό νομίζω να τονίσω ότι ο μεσολαβητής του διεθνούς οργανισμού δεν ήταν ένας αδιόρθωτος ονειροπόλος, αλλά ένας ανεξάρτητος τεχνοκράτης.

Θα γινόμουν όμως πιο κατανοητός αν έκανα μια πιο συγκεκριμένη αναφορά στα δικαιώματα και τις ελευθερίες των Κυπρίων που θα παραβιάζονται νόμιμα (αν είναι δυνατό κάτι τέτοιο) με βάση τις πρόνοιες του “ομοσπονδιακού” (!) κυπριακού Συντάγματος:

  1. Δικαίωμα για ισότητα έναντι στο νόμο και την πολιτεία, λόγω της τεχνητής εισαγωγής ρατσιστικών βάσεων στην αντιμετώπιση του κυπριακού πληθυσμού.
  2. Δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης στην επικράτεια του ομόσπονδου κράτους.
  3. Δικαίωμα ελεύθερης εγκατάστασης σε οποιοδήποτε μέρος του εδάφους της ομόσπονδου κυπριακού κράτους.
  4. Δικαίωμα απόκτησης, απόλαυσης και διαχείρισης ακίνητης ιδιοκτησίας.
  5. Δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι.
  6. Δικαίωμα συμμετοχής στα κοινά και ανάληψης δημοσίου αξιώματος.

Πέρα όμως από τη βέβαιη παραβίαση των συγκεκριμένων δικαιωμάτων, η διαγραφόμενη λύση θα παραβιάζει και βασικές αρχές του σύγχρονου δημοκρατικού κράτους, όπως έχουν διαμορφωθεί, ερμηνευτεί και εφαρμοστεί με αποφάσεις διεθνών οργάνων και περιέχονται σε κείμενα διεθνούς δικαίου. Αναφέρω ενδεικτικά την παραβίαση της δημοκρατικής αρχής ότι η πλειοψηφία κυβερνά διασφαλίζοντας τα δικαιώματα της μειοψηφίας. Επισημαίνω επίσης την παραβίαση του θεμελιακού δικαιώματος της αυτοδιάθεσης, το οποίο μπορεί να ασκηθεί μόνο από το σύνολο των ατόμων που συνιστούν “λαό” με τη νομική έννοια του όρου και που είχε ασκηθεί  από τον κυπριακό λαό (έστω με τον τρόπο που είχε ασκηθεί) το 1960. Θα ήταν βέβαια παράλειψη αν δεν έκανα μνεία και στην έντονα διαγραφόμενη πιθανότητα να παραβιάζεται με τη λύση ακόμα και αυτή καθαυτή η πεμπτουσία της δημοκρατικής λειτουργίας, με την υιοθέτηση της τουρκικής απαίτησης για “εκ περιτροπής προεδρία”.

Γ. Η ΕΠΑΛΗΘΕΥΣΗ ΚΑΙ Η ΣΤΑΣΗ ΜΑΣ

Η τραγική επαλήθευση των αρνητικών παραμέτρων της διαγραφόμενης λύσης άρχισε με τις πρώτες ήδη δηλώσεις του προεδρικού απεσταλμένου των Ηνωμένων Πολιτειών Ρίτσαρτ Χόλπρουκ και το πλαίσιο της νέας πρωτοβουλίας του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών, χωρίς να υποτιμάται και η ουσιαστική συμβολή της πάντα ύπουλης βρετανικής στάσης, που εκφράστηκε διά του Βρετανού απεσταλμένου Σερ Ντέιβιτ Xάνι.

Ο κ. Χόλπρουκ λοιπόν, με συμπεριφορά αμερικανού καουμπόϊ του παλιού “φαρ γουέστ”, αφού εισηγήθηκε έμμεσα εφαρμογή της διαδικασίας λύσης που ακολουθήθηκε στην περίπτωση της πρώην Γιουγκοσλαβίας και προσδιόρισε το πρόβλημα της Κύπρου ως αποκλειστική διαφορά των δυο κοινοτήτων – μελών του λαού της, καθόρισε και τη βάση του ενδιαφέροντος των Ηνωμένων Πολιτειών, που είναι τα εθνικά τους συμφέροντα στην περιοχή. Στη συνέχεια, αφού έκαμε μια συγκινητική αλλά χωρίς περιεχόμενο αυτοκριτική για τη χώρα του, τόνισε δυο παράγοντες που δεν πρέπει με κανένα τρόπο να διαφεύγουν της προσοχής μας:

α. Απέρριψε την αναφορά στο παρελθόν και τα “ιστορικά γεγονότα” που το συνθέτουν. Σοφοί όπως πάντα οι ηγέτες μας ερμήνευσαν με το δικό τους μοναδικό τρόπο ότι ο κ. Χόλπρουκ αναφερόταν στην επιμονή του Ντενκτάς να ανασκαλίζει το παρελθόν, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι τόσο η τουρκική εισβολή όσο και ο ξεριζωμός των Ελληνοκυπρίων αποτελούν για τους ξένους “παρελθόντα ιστορικά γεγονότα”.

β. Υπογράμμισε ο κ. Χόλπρουκ ότι “οι δυο πλευρές” έχουν διαφορετικές απόψεις πάνω σε ζωτικής σημασίας θέματα. Δεν ανέφερε όμως ότι, εκτός από τις απόψεις των “δυο πλευρών”, υπάρχει και η άποψη που στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο και στα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, αρκετά από τα οποία έχει υιοθετήσει και η χώρα του. Ούτε, φυσικά, υποσχέθηκε ότι ο ρόλος του θα κατατείνει προς την κατεύθυνση της εφαρμογής αυτών των αρχών του διεθνούς δικαίου στην περίπτωση της Κύπρου.

Έχω τη γνώμη ότι δεν θα ήταν σκόπιμο σ’ αυτό το στάδιο να επεκταθώ στους συγκεκριμένους λόγους οι οποίοι με οδηγούν στη βεβαιότητα, ότι οι φόβοι για την επέλευση μιας πολύ κακής και ιδιαίτερα επικίνδυνης για το μέλλον του κυπριακού λαού λύσης επαληθεύονται δυστυχώς. Είναι τόσοι πολλοί και τόσο πολύπλοκοι στην τεκμηρίωσή τους που θα χρειαζόμουν ίσως μερικές ώρες να τους αναλύσω. Περιορίζομαι μόνο να επισημάνω την ευγενική τοποθέτηση ότι, αν η συμφωνία για λύση του κυπριακού συνεπάγεται περιορισμό στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων των Κυπρίων, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα ήταν διατεθειμένη να αποδεχθεί παρέκκλιση από τις συμβατικές υποχρεώσεις του μελλοντικού ομόσπονδου κυπριακού κράτους στον τομέα των δικαιωμάτων και ελευθεριών των Κυπρίων. Με αυτό τον τρόπο ο κυπριακός λαός, επιδιώκοντας να ενταχθεί στη μεγάλη ευρωπαϊκή οικογένεια, θα αποδεχτεί με την υπογραφή του και τη θέλησή του περιορισμό των δικαιωμάτων εκείνων, για τη διασφάλιση των οποίων επιδιώκει να ενταχθεί στην Ευρώπη.

Τα νομικά ερωτήματα που προκύπτουν όμως από μια τέτοια αποδοχή είναι καίρια και ζωτικά: Θα αποδεχτούν τα θεσμικά όργανα της Ευρώπης αλλά και καθεμιά από τις χώρες-μέλη της την πλήρη ένταξη μιας χώρας που, λόγω συμβατικών δεσμεύσεων, δεν θα πληροί και δεν θα μπορεί ποτέ να πληροί τα ελάχιστα επίπεδα προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο έδαφός της; Μήπως θα εφαρμόζονται αυτά τα δικαιώματα στο έδαφος της ομόσπονδης Κυπριακής Δημοκρατίας για όλους τους Ευρωπαίους εκτός από τον Ελληνοκυπριακό πληθυσμό της χώρας; Πώς θα αποφασίσει το Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων σε περίπτωση προσφυγής Κύπριου πολίτη του οποίου τα δικαιώματα παραβιάζονται … δυνάμει του ομοσπονδιακού Συντάγματος; Και αν το Δικαστήριο αποφασίσει υπέρ του Κύπριου πολίτη, ποια θα είναι η επίδραση, νομική και πολιτική, της απόφασης, με δεδομένη τη νομική βάση του συμφωνημένου κυπριακού Συντάγματος;

Μπορεί η κυπριακή πολιτεία να δώσει πειστικές και νομικά τεκμηριωμένες απαντήσεις σ’ αυτά τα ζωτικής φύσης ερωτήματα; Έχουν ποτέ απασχολήσει σοβαρά την κυπριακή πολιτεία αυτά και πολλά άλλα θεμελιακά ερωτήματα;  Η απάντηση είναι, δυστυχώς, αρνητική.

Δ. ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Οι συνομιλίες (ορθότερα, οι διαπραγματεύσεις ή, σύμφωνα με την πιο πρόσφατη εκδοχή, το “πάρε – δώσε”) για εξεύρεση λύσης στο κυπριακό πραγματοποιούνται μεταξύ δυο “ισοτίμων μερών”, που το καθένα από αυτά διαθέτει τη “δική του” γεωγραφική περιοχή (ελαφρά αμφισβητούμενη ως προς την έκταση), το “δικό του” λαό, τη “δική του” κυβερνητική οργάνωση και τη “δική του” κρατική κυριαρχία. Μια μόνο ματιά στα σημεία των γνωμοδοτήσεων της Επιτροπής Διαιτησίας για τη Γιουγκοσλαβία φανερώνει αμέσως τις πιθανότητες βιωσιμότητας της διαγραφόμενης λύσης, ιδιαίτερα αν ληφθεί υπόψη η ανεντιμότητα και η ασυνέπεια της Τουρκίας, ως αντισυμβαλλόμενου, σε θέματα ερμηνείας των συνθηκών. Ακόμα πιο σημαντική θα ήταν η εξέταση της τύχης του κυπριακού κράτους σε περίπτωση διάλυσης της ομοσπονδιακής του δομής, την οποία φαίνεται ότι θα εγγυηθεί και η Τουρκία (!!!)

Είναι βέβαια σημαντικό (όπως ήταν σε όλα τα εικοσιτρία χρόνια της τουρκικής επιδρομής κατά της Κυπριακής Δημοκρατίας) να τονιστεί η απουσία της Τουρκίας από τις προσπάθειες για λύση του κυπριακού. Για τα Ηνωμένα Έθνη, για την Ευρωπαϊκή Ένωση αλλά (το πιο τραγικό) και για την κυπριακή πολιτεία, το κυπριακό πρόβλημα αρχίζει και τελειώνει στις “διακοινοτικές διαφορές”. Ως να μην έχει ποτέ διαπραχθεί το διεθνές έγκλημα της επιδρομής από την Τουρκία κατά της Κύπρου! Ως να μην κατέχει παράνομα για εικοσιτρία χρόνια η Τουρκία τμήμα της επικράτειας της Κυπριακής Δημοκρατίας! Ως να σβήστηκε από όλους η ίδια η ιστορία!

Αν στην εικόνα που μόλις έχει εμφανιστεί προστεθούν και τα ορατά (αλλά ουδέποτε κατάλληλα αξιολογούμενα από την κυπριακή πολιτεία) αμερικανικά συμφέροντα στην περιοχή, δικαιούται κάποιος να ανησυχεί σοβαρά. Και η ανησυχία μπορεί εύλογα να μετατραπεί σε τρόμο όταν συνειδητοποιήσει ότι η μεν Τουρκία προχωρεί εφαρμόζοντας συγκεκριμένα, μελετημένα σχέδια, ενώ η κυπριακή πολιτεία δεν έχει καταδεχτεί να συστήσει καν ένα συμβουλευτικό σώμα από τεχνοκράτες, που θα ήσαν σε θέση να υποβάλλουν στην ηγεσία αναλύσεις και υπαλλακτικές εισηγήσεις, βασισμένες στα τρέχοντα πολιτικά, στρατιωτικά οικονομικά και άλλα δεδομένα των χωρών που αναμιγνύονται, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο κυπριακό.

Οι (σαφώς εσφαλμένες νομικά, πολιτικά και πραγματικά) επιλογές της Κυπριακής Δημοκρατίας για αναζήτηση ομοσπονδιακής λύσης στο πρόβλημά μας, σε συνδυασμό με το δοσμένο νομικοπολιτικό πλαίσιο αντίληψης των κανόνων του διεθνούς δικαίου από τον ευρωπαϊκό χώρο, τον πολιτικό χώρο που φυσιολογικά θα κληθεί να δώσει λύσεις σε ενδεχόμενα μελλοντικά προβλήματα λειτουργικότητας της ομοσπονδίας στην Κύπρο, δημιουργούν οφθαλμοφανείς κινδύνους οριστικής κατάργησης του κυπριακού κράτους σε κάποια μελλοντική χρονική στιγμή. Παράλληλα, το “σύνδρομο της παντογνωσίας” που φαίνεται να μαστίζει την ηγεσία της κυπριακής Πολιτείας και που την εμποδίζει να αξιολογήσει οποιεσδήποτε αρνητικές επισημάνσεις, αποδίδοντάς τους συλλήβδην αντιπολιτευτικά κίνητρα, επιτείνει τις απαισιόδοξες προβλέψεις για τη δυνατότητα επίτευξης τέτοιας συμφωνίας, που να καθιστά αδύνατη ή έστω σοβαρά απομακρυσμένη την πιθανότητα εμπλοκής του κυπριακού λαού σε νέες, πολύ πιο σοβαρές από το παρελθόν περιπέτειες.

Η σημερινή τραγική θέση στην οποία βρίσκεται η Κύπρος έχει προδιαγραφεί μέσα από τις παραλείψεις, τους ερασιτεχνισμούς και τους πολιτικούς ακροβατισμούς που χαρακτηρίζουν την πολιτική του κυπριακού κράτους. Η δυναμική της παρέμβασης του αμερικανικού παράγοντα (την οποία εμείς προκαλέσαμε και εν πολλοίς εμείς διαμορφώσαμε), δεν αφήνει πολλά περιθώρια διαφυγής ή αναστροφής. Η πολιτική ηγεσία της Κύπρου αγωνίζεται σθεναρά με στόχο να επαληθεύσει τη σοφή ρήση του Χέγκελ ότι, “η πείρα και η ιστορία διδάσκουν ότι οι λαοί και οι κυβερνήσεις δεν έχουν διδαχτεί ποτέ τίποτε από την ιστορία”.

Είναι απόλυτα αναγκαίο, έστω και τώρα, να εφαρμόσουμε μια πολιτική διεκδίκησης των δικαίων και δικαιωμάτων μας, σύμφωνα με τις αρχές που οι ίδιοι οι μεγάλοι έχουν καταγράψει ως δίκαιο. Σε όσους κινδυνολογούν για απειλούμενους κινδύνους από μια τέτοια πολιτική απαντά ο Ηρόδοτος: “Κρέσσον πάντα θαρσέοντα ήμισυ των δεινών πάσχειν μάλλον ή παν χρήμα προδειμένοντα μηδαμά μηδέν παθείν” (καλύτερα να τολμά κανείς και να παθαίνει τις μισές συμφορές, παρά να μην επιχειρεί τίποτε από φόβο μήπως πάθει κάτι). Στο σημείο που έχουμε φτάσει και έχοντας υπόψη τη διαδρομή των εικοσιτριών χρόνων της τουρκικής επιδρομής κατά της Κύπρου, θα επαναλάμβανα αντί άλλου συμπεράσματος τα λόγια του Θουκυδίδη: “Μάλλον πεφόβημαι τας οικείας ημών αμαρτίας ή τας των εναντίων διανοίας” (περισσότερο φοβούμαι τα δικά μας λάθη παρά τις προθέσεις των εχθρών μας). Την ίδια άποψη έχει εκφράσει και η κρητική λαϊκή  σοφία με την ακόλουθη μαντινάδα:

Την τύχη του κάθε λαός τη φτιάχνει μοναχός του

κι όσα του φέρν’ η τρέλα του δεν του τα κάνει οχτρός του!

Ας μου επιτραπεί να τελειώσω με ένα αγαπημένο μου ινδιάνικο ρητό, το οποίο θα έπρεπε να αποτελεί το υπόβαθρο της σκέψης των πολιτικών ηγετών μας: “Τη γη δεν την έχουμε κληρονομήσει από τους προγόνους μας, αλλά την έχουμε δανειστεί από τα παιδιά μας”.

Λευκωσία, 23 Νοεμβρίου 1997.

 

Εισήγηση κατά την ανοικτή συζήτηση που οργανώθηκε από το Κίνημα Οικολόγων-Περιβαλλοντιστών με γενικό θέμα, Η Λύση του Κυπριακού και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα, την Κυριακή, 23 Νοεμβρίου 1997, στο Cyprus College.

 

Στέλιου Θεοδούλου, Νομικού, Προέδρου του Παγκύπριου Συνδέσμου

για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων

Leave a Reply