Loading...
ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑΕΘΝΙΚΟ ΕΠΙΠΕΔΟ

Τα Σεξουαλικά και Αναπαραγωγικά Δικαιώματα Είναι Ανθρώπινα Δικαιώματα

Αν κάποιος διαβάσει την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου ή την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ή την Ευρωπαϊκή Χάρτα Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και, φυσικά, την Διεθνή Σύμβαση για την Εξάλειψη των Διακρίσεων σε Βάρος των Γυναικών, θα διαπιστώσει ότι τα περισσότερα αν όχι όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες που καθορίζονται ως η ελάχιστη κοινή επιδίωξη της ανθρωπότητας, έχουν αμφισβητηθεί ή παραβιαστεί σε περιπτώσεις που έχουν σχέση με την σεξουαλική και αναπαραγωγική δραστηριότητα του ανθρώπου.

Για λόγους που μπορούν να εξηγηθούν μόνο από κοινωνιολόγους και ψυχολόγους, η σεξουαλική δραστηριότητα και συμπεριφορά του ατόμου, η τόσο φυσική και αδιαμφισβήτητα δεδομένη παράμετρος της ανθρώπινης (και όχι μόνο) ζωής, έχει αποτελέσει, αποτελεί και φαίνεται ότι θα αποτελεί για πολλά ακόμα χρόνια την πιο παρεξηγημένη και κοινωνικά ενοχοποιημένη πτυχή της δραστηριότητας του ανθρώπου.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει η διαπίστωση πως η αμφισβήτηση θεμελιωδών δικαιωμάτων στον σεξουαλικό και αναπαραγωγικό τομέα παρατηρείται σε όλες τις κοινωνίες, αναπτυγμένες και υποανάπτυκτες, πλούσιες και φτωχές, Βόρειες και Νότιες, δημοκρατικές ή αυταρχικές, με ποιοτικές ή ποσοτικές απλά διαφοροποιήσεις.

Κατά την άποψη μου οι δυσμενείς διακρίσεις στον τομέα της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής δραστηριότητας του ανθρώπου είναι συνυφασμένες με πολλές άλλες μορφές διάκρισης, καθώς και με τα παραδοσιακά μοντέλα κοινωνικής, κυρίως όμως θρησκευτικής αντίληψης των ορίων του «αποδεκτού» και του «απαράδεκτου». Τολμώ μάλιστα να εισηγηθώ ότι η σεξουαλικότητα του ατόμου λειτουργεί σε αρκετές κοινωνίες ως αποδέκτης μομφής για κοινωνικά προβλήματα που η κοινωνία αδυνατεί να αντιμετωπίσει, πολύ περισσότερο αδυνατεί να επιλύσει. Έτσι η κοινωνία «εκπαιδεύεται» να αποδίδει σε μορφές σεξουαλικότητας, και κατά συνέπεια στους φορείς τους, ευθύνες για τις όποιες ανεπιθύμητες και ζημιογόνες συνέπειες της δικής της ανικανότητας να προσφέρει αποτελεσματικές λύσεις.

Ένα αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τέτοιας λανθασμένης, προφανώς ρατσιστικής, αλλά και καταφανώς αναποτελεσματικής συμπεριφοράς της κυπριακής κοινωνίας είναι η στάση και οι ενέργειες της απέναντι στο υπαρκτό πρόβλημα της εμπορίας γυναικών. Στην συνείδηση του μέσου Κύπριου έχει καλλιεργηθεί και έχει πλέον εδραιωθεί η πεποίθηση ότι «το μελανό σημείο» και ο στόχος της κοινωνικής απαξίας είναι τα ίδια τα θύματα της εμπορίας, δηλαδή οι άτυχες γυναίκες που χρησιμοποιούνται από τα κυκλώματα ως εμπόρευμα για σεξουαλική εκμετάλλευση. Πολύ περισσότερο όταν αυτές οι γυναίκες είναι «ξένες», οπότε αντιμετωπίζονται ως «εισβολείς» που διαβρώνουν τα θεμέλια της «ευυπόληπτης» κοινωνίας μας.

Κι όμως γυναίκες θύματα σωματεμπορίας έχουν καταθέσει ότι πωλήθηκαν από ένα «ιδιοκτήτη» σε άλλον, ότι κρατούνταν δέσμιες ή περιορισμένες σε ένα δωμάτιο με το πρόσχημα χρεών, ότι υπέστησαν εξευτελισμούς και ξυλοδαρμούς, ότι εξαναγκάστηκαν να εργαστούν ως πόρνες εξυπηρετώντας 10-15 πελάτες τη βραδιά.

Αφού λοιπόν παραβιάστηκαν από τον «έμπορο» όλα μαζί και καθένα χωριστά τα ανθρώπινα δικαιώματα και οι θεμελιώδεις ελευθερίες αυτών των γυναικών, αφού σύρθηκε στην λάσπη η ανθρώπινη αξιοπρέπεια τους, εισπράττουν στο τέλος και την απαξία και απόρριψη της κοινωνίας και της πολιτείας, προς διαιώνιση και δόξα της ρατσιστικής μας διάθεσης.

Σύμφωνα με έγκυρες έρευνες, η ρατσιστική στάση της κοινωνίας απέναντι σε διάφορες μορφές σεξουαλικότητας αποδίδεται κυρίως στην άγνοια και την ατεκμηρίωτη προκατάληψη, η οποία στηρίζεται συνήθως σε θρησκευτικές δοξασίες. Αξίζει να επισημάνω ότι θρησκευτικές κυρίως ομάδες στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής είχαν καταγγείλει στην αρμόδια ραδιοτηλεοπτική αρχή τους τηλεοπτικούς σταθμούς που είχαν μεταδώσει την τελετή έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας του 2004, γιατί η συμβολική παρουσίαση της εγκύου γυναίκας με την φωτεινή κοιλιά είχε θεωρηθεί ως ανήθικη και ακατάλληλη για ανήλικους τηλεθεατές. Υπογραμμίζω ότι η καταγγελία δεν είχε γίνει σε κάποια μουσουλμανική χώρα, αλλά στην αναπτυγμένη, πλούσια χώρα της κάθε λογής υπερβολής.

Στην Κύπρο, για την άγνοια η ευθύνη θα πρέπει να απονεμηθεί στην πολιτεία και σε οργανωμένους κοινωνικούς φορείς, κρατικούς και μη, για την αποτυχία τους σε μεγάλο βαθμό να αντιληφθούν τις πραγματικές παραμέτρους του ζητήματος και να κάμουν την απαραίτητη υπέρβαση πέρα και πάνω από τις παραδοσιακές ατεκμηρίωτες αντιλήψεις που έχουν επικρατήσει στην μικρή μας κοινωνία.

Εισηγούμαι ότι στην Κύπρο η ευθύνη για την προκατάληψη πρέπει να κατανεμηθεί, περισσότερο ή λιγότερο,

  • στον υποβόσκοντα ρατσισμό που μαστίζει την κοινωνία μας,
  • στον υποκριτικό «καθωσπρεπισμό» της μορφής που είχε γλαφυρότατα περιγράψει ο Αίσωπος με τον μύθο των δυο σακουλιών[1],
  • στην αδυναμία ή την άρνηση των αρμόδιων κρατικών αξιωματούχων να αντιληφθούν και να υιοθετήσουν πολιτικές που στηρίζονται σε επιστημονικό υπόβαθρο και παγκόσμιες αξίες,
  • στα ταμπού που έχουν δημιουργήσει οι κοινωνικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις που καλλιεργούνται συνήθως συνειδητά, και
  • στην αρνητική (και εξόχως ωφελιμιστική) προβολή ζητημάτων σεξουαλικής φύσης από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης.

Πέρα όμως από την απόδοση ευθυνών θα ήταν πιστεύω χρήσιμο να κάμω μια πολύ σύντομη αναφορά στους κύριους τομείς παραβίασης των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων.

Βία – Καταπίεση

Η βία σε βάρος των γυναικών και ο μισογυνισμός συνδέονται στενά με την ανοχή της κοινωνίας έναντι της βίας γενικά σε χώρες που αντιμετώπισαν πρόσφατα πολέμους, εξάρτηση και φτώχεια. Η βία, ο πόλεμος και η φτώχεια δημιουργούν ένα φαύλο κύκλο για τις γυναίκες και τα παιδιά θύματα, αλλά και για πολλούς άνδρες – θύτες.

Τα ήθη και οι παραδόσεις στις μουσουλμανικές χώρες, τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, αλλά και σε πάρα πολλές άλλες χώρες συχνά ευνοούν τη βίαιη συμπεριφορά έναντι γυναικών (και παιδιών) και το όλο ζήτημα καλύπτεται από ένα πέπλο ντροπής που εμποδίζει τις γυναίκες να αντισταθούν και να απαιτήσουν το σεβασμό των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων τους. Η ευαισθησία της κοινής γνώμης σε θέματα βίας είναι ακόμη χαμηλή και παρατηρείται ανεπάρκεια ή και έλλειψη ουσιαστικής και κατάλληλης θεσμικής υποστήριξης.

Κακοποίηση και ενδοοικογενειακή βία, βιασμός και σεξουαλική κακοποίηση, εμπόριο γυναικών, πορνεία και πορνογραφία, ακρωτηριασμός των γυναικείων γεννητικών οργάνων, δολοφονίες θηλυκών βρεφών, εγκλήματα τιμής, αναγκαστικοί γάμοι, σεξουαλική παρενόχληση στο χώρο εργασίας, διαφόρων ειδών βασανιστήρια και σεξιστικές επιθέσεις στη διάρκεια κρατήσεων σε αστυνομικά κρατητήρια ή φυλακές είναι μερικές από τις μορφές σεξουαλικής βίας.

Ιδιαίτερα ευάλωτα καθίστανται τα κορίτσια και οι έφηβες. Σύμφωνα με τα στατιστικά δεδομένα 2.000.000 κορίτσια κάθε χρόνο υφίστανται ακρωτηριασμό των γεννητικών τους οργάνων με ολέθριες επιπτώσεις για την υγεία και τη σεξουαλικότητά τους. Τα περισσότερα θύματα βιασμών και σεξουαλικής κακοποίησης είναι ανήλικα κορίτσια ενώ έφηβες και νέες γυναίκες είναι τα κύρια θύματα της βιομηχανίας του σεξ, του εμπορίου των γυναικών και των αναγκαστικών γάμων. Ακόμα και η άσκηση φυσικής βίας απέναντι στα κορίτσια έχει ολέθριες επιπτώσεις. Θυματοποιούνται με αποτέλεσμα, ως ενήλικες γυναίκες μετά, να πέφτουν σε βίαιους άνδρες και βίαιες σχέσεις.

Η ενδοοικογενειακή βία, περιλαμβανομένου του συζυγικού βιασμού και της ψυχολογικής καταπίεσης, είναι πρόβλημα με τραγικές διαστάσεις το οποίο ως επί το πλείστον δεν τυγχάνει σωστής προσέγγισης και αντιμετώπισης. Το πρόβλημα αποκτά μεγαλύτερες διαστάσεις δεδομένου του πολύ μεγάλου αριθμού εμπλεκόμενων ανθρώπων της σημαντικής εξάπλωσής του, αλλά και της πλασματικής αναγκαιότητας να εμφανίζεται προς τα έξω το «καλό πρόσωπο» της οικογένειας σε κάθε κοινωνία.

Το βασικό πρόβλημα, το οποίο εμποδίζει σε μεγάλο βαθμό την καταπολέμηση της βίας, σωματικής και ψυχικής, σε βάρος των γυναικών, είναι ο υψηλός βαθμός αποδοχής αυτής της μορφής βίας από την κοινωνία, σε κάποιες κοινωνίες ακόμα και από την ίδια την γυναίκα, και η έλλειψη κατάλληλων θεσμών για την προστασία των θυμάτων. Δεν έχει εξάλλου ακόμη μελετηθεί και αναγνωριστεί επαρκώς ο ρόλος των μέσων ενημέρωσης στην καλλιέργεια και τη διαιώνιση μιας «κουλτούρας βίας».

Η ενδοοικογενειακή και σεξουαλική βία κατά των γυναικών αναδεικνύεται σε μείζον πρόβλημα παγκοσμίως, γεγονός που αποτυπώνεται και σε πλήθος ερευνών και στατιστικών μελετών, που έχουν πραγματοποιηθεί κατά καιρούς για λογαριασμό ανθρωπιστικών οργανώσεων. Εξάλλου, το Συμβούλιο της Ευρώπης έχει δηλώσει ότι η ενδοοικογενειακή βία αποτελεί τη βασική αιτία θανάτου και αναπηρίας για τις γυναίκες ηλικίας 16 έως 44 ετών και ευθύνεται για περισσότερους θανάτους απ’ ότι ο καρκίνος και τα τροχαία δυστυχήματα.

Σεξουαλικότητα αναπήρων

Στο σύνολο τους σχεδόν οι άνθρωποι έχουν, προφανώς λόγω άγνοιας, την αντίληψη ότι τα άτομα με αναπηρίες δεν έχουν ή δεν μπορούν να έχουν ή δεν χρειάζεται να έχουν σεξουαλική δραστηριότητα. Λιγότεροι ευτυχώς πιστεύουν ότι είναι κακό ή αποτελεί αμάρτημα να έχουν ή έστω να αποζητούν σεξουαλική δραστηριότητα τα άτομα μα αναπηρία. Δυστυχώς, τόσο το Κίνημα για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες όπως και πολλές μελέτες για την αναπηρία έχουν δείξει ολιγωρία στο να θίξουν το ζήτημα της «αναπηρίας και σεξουαλικότητας».

Όπως η Barbara Waxman, ανάπηρη φεμινίστρια και μελετήτρια, γράφει στο Disability Rag το 1991, «το Κίνημα για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρία δεν έχει εξετάσει ποτέ την σεξουαλικότητα ως βασικό πολιτικό ζήτημα, από την στιγμή μάλιστα που πολλοί από εμάς είμαστε καταπιεσμένοι σεξουαλικά. Πιο πολύ μας ενδιαφέρει να αγαπηθούμε και να ολοκληρωθούμε σεξουαλικά από το να μπορούμε να ανεβαίνουμε στο λεωφορείο».

Υπάρχει ένα ευρύ φάσμα ζητημάτων που σχετίζονται με την αναπηρία και την σεξουαλικότητα που αξίζουν την κοινωνική και πολιτική προσοχή όπως η σεξουαλική κακοποίηση, οι ασεξουαλικές και υπερσεξουαλικές αντιλήψεις των ΜΜΕ για τα ανάπηρα άτομα, τα ζητήματα ανικανότητας και φύλου, η σεξουαλική ταυτότητα και προσανατολισμός, οι διαπροσωπικοί φραγμοί και η σεξουαλική οικειότητα, η χρησιμότητα των σεξουαλικών βοηθών και αναπληρωτών, οι διευκολύνσεις στο σεξ και τα εμπόδια στη σεξουαλική πρόσβαση ατόμων με βαριές αναπηρίες που ζουν σε ιδρύματα ή ξενώνες. Αν και οι ερευνητές έχουν αρχίσει επιτέλους να αξιολογούν τα ζητήματα αυτά, τα άτομα με αναπηρίες συνεχίζουν να αγνοούν τις σεξουαλικές τους δυνατότητες και να καταπιέζονται σεξουαλικά στην καθημερινότητα τους.

Επειδή η ιατρική έχει επικεντρωθεί στην βελτίωση των δυσλειτουργιών, είναι αμφίβολο για το αν ή όχι έχει δοθεί επαρκής προσοχή στην δυνατότητα των ατόμων με αναπηρία για σεξουαλική απόλαυση και αναπαραγωγή. Δεν είναι σπάνιο για τα άτομα με αναπηρίες να αναφέρουν ότι κατά την διάρκεια των ιατρικών τους εξετάσεων δεν υποβάλλεται καμία ερώτηση από τους ειδικούς για το σεξ, πράγμα που δεν συμβαίνει με τους περισσότερους μη ανάπηρους. Η ιατρική έρευνα που εστιάζει στη σεξουαλική λειτουργία καθοδηγεί τους αρμόδιους ειδικούς στο να χειριστούν το ζήτημα της σεξουαλικότητας στην καθημερινή ζωή των ατόμων με αναπηρίες.

Η πρόοδος στον μετασχηματισμό της σεξουαλικής στάσης των αναπήρων και στην ενίσχυση της σεξουαλικής τους συνείδησης θα εξαρτηθεί από μια σειρά μελετών και στρατηγικών υποστήριξης, όπως η τοποθέτηση του ζητήματος στη λίστα των σεξουαλικών δικαιωμάτων, η πίεση των ειδικών προς τα ΜΜΕ και αυτών που σχεδιάζουν την πολιτική τους, και η προβολή θετικών σεξουαλικών προτύπων από τα ίδια τα άτομα με αναπηρίες. Έτσι, η αυξανόμενη ακαδημαϊκή προσοχή που συνοδεύεται από τις κατάλληλες στρατηγικές θα οδηγήσουν στην θετική αλλαγή της δημόσιας αντίληψης σχετικά με την σεξουαλικότητα των Ατόμων με Αναπηρίες, διαλύοντας τον μύθο της έλλειψης σεξουαλικότητας και συνειδητοποιώντας το αυτονόητο, ότι «φυσικά και μπορούν να έχουν σεξουαλική δραστηριότητα».

Υγεία – Πρόληψη

Ιδιαίτερης προσοχής χρήζουν οι εντυπωσιακές αρνητικές τάσεις στην αναπαραγωγική υγεία. Υπάρχει πληθώρα ενδείξεων ότι περισσότερο εκτεθειμένες σε κινδύνους υγείας είναι οι γυναίκες που ανήκουν σε μειονότητες και η πλειονότητα των γυναικών των αγροτικών περιοχών.

Παρά την σχετικά καλή εικόνα την οποία παρουσιάζει η Κύπρος στον τομέα αυτό, επισημαίνω τα προβλήματα της γενικότερης κακής κατάστασης των δομών υγειονομικής περίθαλψης και της δυσκολίας πρόσβασης των γυναικών σε αυτές, κυρίως των αλλοδαπών και ιδιαίτερα όσων βρίσκονται παράνομα στην Κύπρο.

Σοβαρό έλλειμμα πιστεύω ότι παρατηρείται στην σωστή προληπτική ενημέρωση στον ευρύτερο τομέα της υγείας. Για παράδειγμα, λίγοι είναι οι φορείς εκείνοι που ενημερώνουν για την αντισύλληψη με αποτέλεσμα πολλοί νέοι άνθρωποι που αρχίζουν την σεξουαλική τους δραστηριότητα να μην είναι επαρκώς ενημερωμένοι. Επομένως, όλοι αυτοί οι φορείς που σπεύδουν να ενημερώσουν τον πληθυσμό βομβαρδίζοντάς τον με στατιστικά στοιχεία για τις αμβλώσεις και ταράζοντάς τον με τις τρομερές συνέπειες αυτής της επέμβασης, θα ήταν ορθότερο να σπεύσουν να ενημερώσουν, κυρίως τους νέους ανθρώπους, για την αντισύλληψη.

Οικονομία – Εργασία

Παρά την αύξηση του ποσοστού συμμετοχής των γυναικών στην εκπαίδευση οι γυναίκες αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες δυσκολίες από τους άνδρες στην εύρεση απασχόλησης μετά την αποφοίτησή τους. Γυναίκες συνήθως συναντά κανείς σε θέσεις χαμηλότερων βαθμίδων στην αγορά εργασίας.

Παρατηρείται επίσης ότι οι αμοιβές σε τομείς στους οποίους απασχολούνται ως επί το πλείστον γυναίκες είναι χαμηλότερες. Το γεγονός ότι η φτώχεια αποτελεί σε μεγάλο βαθμό «γυναικεία υπόθεση», οδηγεί τις γυναίκες στην αποδοχή θέσεων εργασίας με δυσμενείς οικονομικούς όρους, συχνά στον τομέα της παραοικονομίας (ευέλικτη και αδήλωτη απασχόληση). Αυτό λειτουργεί ως υπόβαθρο για αύξηση των κρουσμάτων σεξουαλικής παρενόχλησης και διάκρισης, απροκάλυπτης ή καλυμμένης, στον χώρο εργασίας ή, εάν είναι αυτοαπασχολούμενες, στην ανδροκρατούμενη αγορά, ενώ οι όροι και οι συνθήκες εργασίας δημιουργούν προβλήματα στο αναπαραγωγικό δικαίωμα των γυναικών, τόσο σε επίπεδο προγραμματισμού, όσο και σε επίπεδο διευκολύνσεων.

Επιλογή Σεξουαλικότητας

Τα κράτη, μαζί και η Κύπρος, βρίσκονται ακόμα μακριά από την αναγνώριση στις γυναίκες του δικαιώματος να διαθέτουν το σώμα τους και τη ζωή τους και την εγγυημένη πρόσβαση στην αντισύλληψη, την έκτρωση, τη στείρωση εφ’ όσον το επιθυμούν και την ελεύθερη επιλογή της σεξουαλικότητάς τους.

Η πατριαρχική κοινωνία ανέκαθεν χώριζε τις γυναίκες σε δύο κατηγορίες. Στις τίμιες γυναίκες, αφοσιωμένες πλήρως και χειραγωγημένες από το σύζυγο και στις πόρνες, όπου εκεί κατέτασσαν και τις γυναίκες με ελεύθερη σεξουαλική ζωή και επιλογές, αυτές δηλαδή που δεν υποτάσσονται πλήρως στον άνδρα – αφέντη. Στην Κύπρο, όπως και στις άλλες χώρες, η ευθύνη αξιολόγησης της συμπεριφοράς των γυναικών και κατάταξης τους στην μια ή την άλλη κατηγορία έχει ανατεθεί στην κοινωνία, μέσα από την άτυπη υιοθέτηση ενός πλέγματος «εγκυροτήτων»[2] που αποτελούν και το μέτρο κρίσης.

Πολιτική

Σε πολλές χώρες οι γυναίκες αποκλείονται ή δεν προωθούνται με ισότητα ή δεν διεκδικούν λόγω κοινωνικών αντιλήψεων θέσεις λήψης πολιτικών αποφάσεων, στο κοινοβούλιο, την κυβέρνηση, τις συνδικαλιστικές οργανώσεις ή τα πολιτικά κόμματα. Το ποσοστό πραγματικής συμμετοχής τους στις διαδικασίες λήψης πολιτικών αποφάσεων είναι μάλλον απογοητευτικό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την ουσιαστική απουσία της γυναίκας από την διαμόρφωση πολιτικής και στρατηγικής για αντιμετώπιση των προβλημάτων που την αφορούν άμεσα. Αποτελεί αξιοθρήνητη πραγματικότητα το γεγονός ότι, στις περισσότερες χώρες του κόσμου μας, παραχωρείται στις γυναίκες, ή ακόμα επιλέγεται συνειδητά από τις ίδιες τις γυναίκες ο φτωχός και αναποτελεσματικός ρόλος των «ομάδων πίεσης», αντί να διεκδικείται ο ρόλος των παραγόντων λήψεων αποφάσεων.

Χάρτης σεξουαλικών δικαιωμάτων

Η Διεθνής Ομοσπονδία Οικογενειακού Προγραμματισμού, μετά από μελέτη των πορισμάτων πλήθους ερευνών σε συνδυασμό με τα διεθνή κείμενα προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θεμελιωδών ελευθεριών, δίνει την απάντηση στην πρόκληση για τον ορισμό των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων ως ανθρώπινων δικαιωμάτων, με την σύνταξη του Χάρτη Σεξουαλικών και Αναπαραγωγικών Δικαιωμάτων, που περιλαμβάνει τα ακόλουθα:

  • το δικαίωμα στη ζωή
  • το δικαίωμα στην ελευθερία και ασφάλεια του ατόμου
  • το δικαίωμα στην ισότητα και στην απελευθέρωση από κάθε μορφή διάκρισης
  • το δικαίωμα στην ιδιωτική ζωή
  • το δικαίωμα στην ελευθερία σκέψης
  • το δικαίωμα στην πληροφόρηση και εκπαίδευση
  • το δικαίωμα επιλογής γάμου ή όχι και της δημιουργίας και προγραμματισμού οικογένειας
  • το δικαίωμα στη φροντίδα και προστασία της υγείας
  • το δικαίωμα στα οφέλη της επιστημονικής προόδου
  • το δικαίωμα στην ελευθερία συνάθροισης και πολιτικής συμμετοχής
  • το δικαίωμα να είσαι απαλλαγμένος από βασανιστήρια και κακομεταχείριση

Συμπέρασμα

Η παραβίαση των σεξουαλικών και αναπαραγωγικών δικαιωμάτων είναι σήμερα η πιο διαδεδομένη μορφή παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Συμβαίνει σε όλες τις χώρες του κόσμου, ανεπτυγμένες και μη και συνήθως δεν καταγγέλλεται. Ο φόβος της εκδίκησης, η έλλειψη οικονομικών μέσων, η συναισθηματική εξάρτηση, η ανησυχία για τα παιδιά και το γεγονός ότι ελάχιστες χώρες στον κόσμο παρέχουν ειδική εκπαίδευση σε αστυνομικούς και στο δικαστικό και ιατρικό προσωπικό, όσον αφορά την αντιμετώπιση των υποθέσεων σεξουαλικής βίας, αποτρέπουν τις γυναίκες από την καταγγελία τέτοιων περιστατικών.

Σημαντική είναι συνεπώς η συστράτευση όλων των φορέων που αγωνίζονται για την επικράτηση του σεβασμού και της προάσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε ένα αγώνα αλλαγής της νοοτροπίας των κοινωνιών μέσα από την ενημέρωση και εκπαίδευση, ποινικοποίησης της εκδήλωσης κάθε μορφής σεξουαλικής βίας και ανάπτυξης αποτελεσματικών προγραμμάτων στήριξης των θυμάτων τέτοιας βίας.

 

 

Στέλιος Θεοδούλου,

Ανώτερος Δικηγόρος της Δημοκρατίας,

Πρόεδρος Παγκύπριου Συνδέσμου για την Προάσπιση

των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

 

 

[1] Κάθε άνθρωπος κουβαλά δυο σακούλια με αρνητικά, το ένα μπροστά του και το άλλο πίσω του. Στο σακούλι που είναι μπροστά του περιέχονται τα αρνητικά των άλλων, ενώ στο σακούλι που είναι πίσω του, τα δικά του. Τον «βολεύει» λοιπόν να βλέπει και να σχολιάζει τα αρνητικά των άλλων, ενώ δυσκολεύεται να δει τα δικά του αρνητικά.

[2] Δ. Τσάτσος, Ελληνική Πολιτεία 1974 – 1997, Αθήνα, Καστανιώτης, 1997.

Leave a Reply