Loading...
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΑΟΖ ΚΑΙ ΤΟΥΡΚΙΑΚΥΠΡΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ

Απειλή κατά της ειρήνης ενδεχόμενη τουρκική επέμβαση στην κυπριακή ΑΟΖ

Νέα απειλή κατά της ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου συνιστά η ανακοίνωση της Τουρκίας, ότι περί τις αρχές Μαρτίου θα επιχειρήσει, με τουρκικό αυτή τη φορά ειδικό σκάφος, έρευνες για εντοπισμό κοιτασμάτων υδρογονανθράκων μέσα στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ). Στην ανακοίνωση αναφέρεται επίσης ότι το ερευνητικό σκάφος θα συνοδεύεται από τουρκικά πολεμικά πλοία.

Εξετάζοντας την ανακοίνωση της Τουρκίας, σε συνδυασμό και με άλλες δηλώσεις, αλλά και ενέργειες που είχαν προηγηθεί, μπορούμε να καταλήξουμε στο ασφαλές συμπέρασμα ότι η ανακοίνωση συνιστά από μόνη της απειλή κατά της ειρήνης μέσα από την σαφή απειλή για παραβίαση της κυριαρχίας της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τούτο γιατί η διαδικασία έρευνας για εντοπισμό υδρογονανθράκων θα πραγματοποιηθεί μέσα στα όρια της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της Δημοκρατίας, στην οποία ασκούνται τα αποκλειστικά κυριαρχικά της δικαιώματα δυνάμει του άρθρου 56(1)(α) και ιδιαίτερα των άρθρων 77 και 81 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Ο θεμελιακός σκοπός των Ηνωμένων Εθνών, όπως ρητά παρατίθεται στο άρθρο 1 του Χάρτη τους, είναι η διατήρηση διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας και, για επίτευξη του σκοπού αυτού, η λήψη αποτελεσματικών συλλογικών μέτρων για πρόληψη και τερματισμό απειλών κατά της ειρήνης και παύση επιδρομικών ενεργειών (acts of aggression) όπως και κάθε κατάστασης πραγμάτων που οδηγεί σε παραβίαση της ειρήνης. Έτσι, για πραγμάτωση του σκοπού των Ηνωμένων Εθνών, τα κράτη μέλη τους πρέπει να αποφεύγουν στις διεθνείς τους σχέσεις την απειλή ή χρήση βίας ενάντια στην εδαφική ακεραιότητα ή την πολιτική ανεξαρτησία οποιουδήποτε κράτους, σύμφωνα με το εδάφιο (4) του δεύτερου άρθρου του Χάρτη.

Το επιχείρημα της Τουρκίας, ότι τα νησιά δεν διαθέτουν ΑΟΖ, βρίσκεται σε καταφανή αντίθεση προς τις πρόνοιες του άρθρου 121 το οποίο, λόγω της σημασίας του, συνιστά από μόνο του το Μέρος VIII της Σύμβασης. Εξάλλου, το εν λόγω επιχείρημα της Τουρκίας καταρρίπτεται αμέσως από την ίδια την Τουρκία, η οποία υποστηρίζει ότι το «οικόπεδο» 12 της κυπριακής ΑΟΖ ή μέρος του … ανήκει στην ΑΟΖ της ανύπαρκτης για το δίκαιο «ΤΔΒΚ»(!).

Διαπιστώνεται, κατά συνέπεια, καθαρή απειλή της Τουρκίας για στρατιωτική και οικονομική παρέμβαση στα αποκλειστικά κατά το διεθνές δίκαιο κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας, κατά παράβαση κανόνων αναγκαστικού διεθνούς δικαίου (jus cogens) ενώ η εν λόγω απειλούμενη επέμβαση αποτελεί δυνητικά και «επιδρομική ενέργεια» με βάση τον ορισμό περί «επιδρομής», όπως εξακολουθεί να ισχύει σήμερα.

Στο Κεφάλαιο VI του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (άρθρα 33 – 38) περιγράφονται με ικανοποιητική λεπτομέρεια και σαφήνεια οι διαδικασίες τις οποίες οφείλει ένα κράτος μέλος να ακολουθήσει σε κάθε περίπτωση κατά την οποία με ενέργειες που κατευθύνονται προς άλλο κράτος υπάρχει ή εξελίσσεται κατάσταση πραγμάτων που είναι δυνατό να απειλήσει τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.

Για αντιμετώπιση περιπτώσεων παραβίασης των διαδικασιών που καθιερώνονται δυνάμει του Κεφαλαίου VI του Χάρτη, τα Ηνωμένα Έθνη έχουν προνοήσει, στο μέρος VIΙ του Χάρτη, στο άρθρο 39, ότι «το Συμβούλιο Ασφαλείας αποφασίζει κατά πόσο υφίσταται οποιαδήποτε απειλή κατά της ειρήνης, παραβίαση της ειρήνης ή επιδρομική ενέργεια και … προβαίνει στη λήψη μέτρων σύμφωνα με τα άρθρα 41 και 42 με σκοπό τη διατήρηση ή την αποκατάσταση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας».

Δεδομένου ότι διαπιστώνουμε παραβίαση από την Τουρκία τόσο των θεμελιακών αρχών του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών όσο και των προνοιών της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας, που συνιστούν κανόνες του ισχύοντος υποχρεωτικού διεθνούς δικαίου, πληρούνται κατά την άποψή μας οι νόμιμες προϋποθέσεις για υπαγωγή του όλου ζητήματος κάτω από τις πρόνοιες του Κεφαλαίου VI του Χάρτη, με σκοπό την αναζήτηση αποτελεσματικά πρόσφορου θεσμικού τρόπου για τερματισμό της τουρκικής απειλής κατά της ειρήνης.

Πέρα όμως από τα Ηνωμένα Έθνη, η Ευρωπαϊκή Ένωση ως τέτοια, ανεξάρτητα από τα κράτη μέλη της, έχει καταστεί μέλος της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας την 1η Απριλίου 1998. Κατά συνέπεια δεσμεύεται και νομικά από τις πρόνοιές της και δεν μπορεί παρά να προβεί καθηκόντως σε διάγνωση της τουρκικής παρανομίας και πρακτική υιοθέτηση των θέσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενεργώντας ανάλογα.

Θα πρέπει βέβαια να παραδεχθούμε ότι, για να κινηθεί οποιοσδήποτε μηχανισμός διεθνούς δικαίου ή έστω αλληλεγγύης, απαιτείται η άμεση τεκμηριωμένη και επίμονη πρόσκληση – πρόκληση από την ίδια την Κυπριακή Δημοκρατία. Τυχόν ολιγωρία υποσκάπτει επικίνδυνα την κυριαρχία του κυπριακού κράτους.

06/02/2013

 

 

 

Στέλιος Θεοδούλου

Νομικός

πρώην Εισαγγελέας της Δημοκρατίας

 

Leave a Reply